Ir al contenido

αγκαλιάζω

De Wikcionario, el diccionario libre

Griego

[editar]
αγκαλιάζω
pronunciación (AFI) [aŋ.gaˈʎa.zo]
transliteraciones agkaliázo1

Etimología

[editar]

Si puedes, incorpórala: ver cómo

Verbo transitivo

[editar]
1
Abrazar.
2
Rodear, circundar.

Conjugación

[editar]
Voz Activa
Tiempos Simples
Presente
εγώ αγκαλιάζω εμείς αγκαλιάζουμε
εσύ αγκαλιάζεις εσείς αγκαλιάζετε
αυτός/-ή/-ό αγκαλιάζει αυτοί/-ές/-ά αγκαλιάζουν
Imperfecto
εγώ αγκάλιαζα εμείς αγκαλιάζαμε
εσύ αγκάλιαζες εσείς αγκαλιάζατε
αυτός/-ή/-ό αγκάλιαζε αυτοί/-ές/-ά αγκάλιαζαν
Pasado
εγώ αγκάλιασα εμείς αγκαλιάσαμε
εσύ αγκάλιασες εσείς αγκαλιάσατε
αυτός/-ή/-ό αγκάλιασε αυτοί/-ές/-ά αγκάλιασαν
Futuro Contínuo
εγώ θα αγκαλιάζω εμείς θα αγκαλιάζουμε
εσύ θα αγκαλιάζεις εσείς θα αγκαλιάζετε
αυτός/-ή/-ό θα αγκαλιάζει αυτοί/-ές/-ά θα αγκαλιάζουν
Futuro
εγώ θα αγκαλιάσω εμείς θα αγκαλιάσουμε
εσύ θα αγκαλιάσεις εσείς θα αγκαλιάσετε
αυτός/-ή/-ό θα αγκαλιάσει αυτοί/-ές/-ά θα αγκαλιάσουν
Condicional
εγώ θα αγκάλιαζα εμείς θα αγκαλιάζαμε
εσύ θα αγκάλιαζες εσείς θα αγκαλιάζατε
αυτός/-ή/-ό θα αγκάλιαζε αυτοί/-ές/-ά θα αγκάλιαζαν
Subjuntivo
εγώ να αγκαλιάσω εμείς να αγκαλιάσουμε
εσύ να αγκαλιάσεις εσείς να αγκαλιάσετε
αυτός/-ή/-ό να αγκαλιάσει αυτοί/-ές/-ά να αγκαλιάσουν
Imperativo imperfectivo
εσύ αγκάλιαζε εσείς αγκαλιάζετε
Imperativo perfectivo
εσύ αγκάλιασε εσείς αγκαλιάστε
Tiempos Compuestos
Perfecto
εγώ έχω αγκαλιάσει εμείς έχουμε αγκαλιάσει
εσύ έχεις αγκαλιάσει εσείς έχετε αγκαλιάσει
αυτός/-ή/-ό έχει αγκαλιάσει αυτοί/-ές/-ά έχουν αγκαλιάσει
Pluscuamperfecto
εγώ είχα αγκαλιάσει εμείς είχαμε αγκαλιάσει
εσύ είχες αγκαλιάσει εσείς είχατε αγκαλιάσει
αυτός/-ή/-ό είχε αγκαλιάσει αυτοί/-ές/-ά είχαν αγκαλιάσει
Futuro Perfecto
εγώ θα έχω αγκαλιάσει εμείς θα έχουμε αγκαλιάσει
εσύ θα έχεις αγκαλιάσει εσείς θα έχετε αγκαλιάσει
αυτός/-ή/-ό θα έχει αγκαλιάσει αυτοί/-ές/-ά θα έχουν αγκαλιάσει
Voz Pasiva
Tiempos Simples
Presente
εγώ αγκαλιάζομαι εμείς αγκαλιαζόμαστε
εσύ αγκαλιάζεσαι εσείς αγκαλιαζόσαστε
ή αγκαλιάζεστε
αυτός/-ή/-ό αγκαλιάζεται αυτοί/-ές/-ά αγκαλιάζονται
Imperfecto
εγώ αγκαλιαζόμουν(α) εμείς αγκαλιαζόμασταν
εσύ αγκαλιαζόσουν(α) εσείς αγκαλιαζόσασταν
αυτός/-ή/-ό αγκαλιαζόταν(ε) αυτοί/-ές/-ά αγκαλιάζονταν
ή αγκαλιαζόντουταν
Pasado
εγώ αγκαλιάστηκα εμείς αγκαλιαστήκαμε
εσύ αγκαλιάστηκες εσείς αγκαλιαστήκατε
αυτός/-ή/-ό αγκαλιάστηκε αυτοί/-ές/-ά αγκαλιάστηκαν
ή αγκαλιαστήκανε
Futuro Continuo
εγώ θα αγκαλιάζομαι εμείς θα αγκαλιαζόμαστε
εσύ θα αγκαλιάζεσαι εσείς θα αγκαλιαζόσαστε
ή αγκαλιάζεστε
αυτός/-ή/-ό θα αγκαλιάζεται αυτοί/-ές/-ά θα αγκαλιάζονται
Futuro
εγώ θα αγκαλιαστώ εμείς θα αγκαλιαστούμε
εσύ θα αγκαλιαστείς εσείς θα αγκαλιαστείτε
αυτός/-ή/-ό θα αγκαλιαστεί αυτοί/-ές/-ά θα αγκαλιαστούν
Condicional
εγώ θα αγκαλιαζόμουν εμείς θα αγκαλιαζόμασταν
εσύ θα αγκαλιαζόσουν εσείς θα αγκαλιαζόσασταν
αυτός/-ή/-ό θα αγκαλιαζόταν αυτοί/-ές/-ά θα αγκαλιάζονταν
ή θα αγκαλιαζόντουταν
Imperativo imperfectivo
εσύ αγκαλιάζου εσείς αγκαλιάζεστε
Imperativo perfectivo
εσύ αγκαλιάσου εσείς αγκαλιαστείτε
Tiempos Compuestos
Perfecto
εγώ έχω αγκαλιαστεί εμείς έχουμε αγκαλιαστεί
εσύ έχεις αγκαλιαστεί εσείς έχετε αγκαλιαστεί
αυτός/-ή/-ό έχει αγκαλιαστεί αυτοί/-ές/-ά έχουν αγκαλιαστεί
Pluscuamperfecto
εγώ είχα αγκαλιαστεί εμείς είχαμε αγκαλιαστεί
εσύ είχες αγκαλιαστεί εσείς είχατε αγκαλιαστεί
αυτός/-ή/-ό είχε αγκαλιαστεί αυτοί/-ές/-ά είχαν αγκαλιαστεί
Futuro Perfecto
εγώ θα έχω αγκαλιαστεί εμείς θα έχουμε αγκαλιαστεί
εσύ θα έχεις αγκαλιαστεί εσείς θα έχετε αγκαλιαστεί
αυτός/-ή/-ό θα έχει αγκαλιαστεί αυτοί/-ές/-ά θα έχουν αγκαλιαστεί

Referencias y notas

[editar]
  1. ISO 843